Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γρυλίζω
γρυλλισμός
γρυλλογραφέω
γρύλλος
γρῦλος
Γρύλος
γρυμέα
Γρύνεια
γρυνός
γρῦνος
γρυπάετος
γρυπαλώπηξ
γρυπανίζω
γρυπάνιος
γρυπή
γρυπόομαι
γρυπός
γρυπότης
γρύπτω
γρύπωσις
γρυσμός
View word page
γρυπάετος
a kind of griffin

ShortDef

a kind of griffin

Debugging

Headword:
γρυπάετος
Headword (normalized):
γρυπάετος
Headword (normalized/stripped):
γρυπαετος
IDX:
19481
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19482
Key:

Data

{'content': 'a kind of griffin'}