Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀΐδας
αἰδέομαι
αἰδέσιμος
αἰδεσιμότης
αἴδεσις
αἰδεστέον
αἰδεστικός
αἰδεστός
ἀΐδηλος
αἰδημονικός
αἰδημοσύνη
αἰδήμων
αἵδης
Ἀΐδης
ἀϊδής
ἀΐδιος
ἀϊδιότης
ἀϊδνός
αἰδοιϊκός
αἰδοιολείκτης
αἰδοῖον
View word page
αἰδημοσύνη
modesty
ShortDef
modesty
Debugging
Headword:
αἰδημοσύνη
Headword (normalized):
αἰδημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
αιδημοσυνη
IDX:
1947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1948
Key:
Data
{'content': 'modesty'}