Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
αἰγωπός
Ἀΐδας
αἰδέομαι
αἰδέσιμος
αἰδεσιμότης
αἴδεσις
αἰδεστέον
αἰδεστικός
αἰδεστός
ἀΐδηλος
αἰδημονικός
αἰδημοσύνη
αἰδήμων
αἵδης
Ἀΐδης
ἀϊδής
ἀΐδιος
ἀϊδιότης
ἀϊδνός
αἰδοιϊκός
αἰδοιολείκτης
View word page
αἰδημονικός
modest
ShortDef
modest
Debugging
Headword:
αἰδημονικός
Headword (normalized):
αἰδημονικός
Headword (normalized/stripped):
αιδημονικος
IDX:
1946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1947
Key:
Data
{'content': 'modest'}