Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γριφοπλόκος
γρῖφος
γριφότης
γριφώδης
γρομφάζω
γρονθοκοπῶ
γρόνθος
γρόνθων
γροσφομάχος
γρόσφος
γροφά
γροφισμός
γρῦ
γρύζω
γρυκτός
γρυλίζω
γρυλλισμός
γρυλλογραφέω
γρύλλος
γρῦλος
Γρύλος
View word page
γροφά
painting
ShortDef
painting
Debugging
Headword:
γροφά
Headword (normalized):
γροφά
Headword (normalized/stripped):
γροφα
IDX:
19466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19467
Key:
Data
{'content': 'painting'}