Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γριπεύω
γριπέω
γριπηίς
γριπίζω
γρίπισμα
γρῖπος
γρίπων
γρίσων
γριφᾶσθαι
γριφεύω
γριφοειδής
γριφοπλόκος
γρῖφος
γριφότης
γριφώδης
γρομφάζω
γρονθοκοπῶ
γρόνθος
γρόνθων
γροσφομάχος
γρόσφος
View word page
γριφοειδής
enigmatical
ShortDef
enigmatical
Debugging
Headword:
γριφοειδής
Headword (normalized):
γριφοειδής
Headword (normalized/stripped):
γριφοειδης
IDX:
19455
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19456
Key:
Data
{'content': 'enigmatical'}