Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γραφή
γραφικός
γραφιοειδής
γραφιοθήκη
γραφίς
γραφίσκος
γραφοειδής
γράφω
γραψαῖος
γράω
γραώδης
γρηγορέω
γρηγόρησις
γρηγορικός
γρίντης
γριπάομαι
γριπεύς
γριπεύω
γριπέω
γριπηίς
γριπίζω
View word page
γραώδης
like an old woman
ShortDef
like an old woman
Debugging
Headword:
γραώδης
Headword (normalized):
γραώδης
Headword (normalized/stripped):
γραωδης
IDX:
19438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19439
Key:
Data
{'content': 'like an old woman'}