Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γραόφιλος
γράπις
γραπτέον
γραπτήρ
γράπτης
γραπτός
γράπτρα
γραπτύς
γράσος
γραστίζω
γράστις
γραστισμός
γράσων
γραῦς
γραφεῖον
γραφεύς
γραφή
γραφικός
γραφιοειδής
γραφιοθήκη
γραφίς
View word page
γράστις
grass, green fodder

ShortDef

grass, green fodder

Debugging

Headword:
γράστις
Headword (normalized):
γράστις
Headword (normalized/stripped):
γραστις
IDX:
19422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19423
Key:

Data

{'content': 'grass, green fodder'}