Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γραοτρεφής
γραόφιλος
γράπις
γραπτέον
γραπτήρ
γράπτης
γραπτός
γράπτρα
γραπτύς
γράσος
γραστίζω
γράστις
γραστισμός
γράσων
γραῦς
γραφεῖον
γραφεύς
γραφή
γραφικός
γραφιοειδής
γραφιοθήκη
View word page
γραστίζω
feed at grass
ShortDef
feed at grass
Debugging
Headword:
γραστίζω
Headword (normalized):
γραστίζω
Headword (normalized/stripped):
γραστιζω
IDX:
19421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19422
Key:
Data
{'content': 'feed at grass'}