Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γραμματοφόρος
γραμματοφυλάκιον
γραμματοφύλαξ
γραμμή
γραμμιαῖος
γραμμικός
γραμμιστήρ
γραμμιστός
γραμμοδιδασκαλίδης
γραμμοειδής
γραμμοποίκιλος
γραμμός
γραμμοτόκος
γραμμώδης
Γράνικος
Γράνιος
γραολογία
γραοσόβης
γραοσυλλέκτρια
γραοτρεφής
γραόφιλος
View word page
γραμμοποίκιλος
striped
ShortDef
striped
Debugging
Headword:
γραμμοποίκιλος
Headword (normalized):
γραμμοποίκιλος
Headword (normalized/stripped):
γραμμοποικιλος
IDX:
19402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19403
Key:
Data
{'content': 'striped'}