Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γραμματηφόρος
γραμματίζω
γραμματικεύομαι
γραμματικομάστιξ
γραμματικός
γραμματισμός
γραμματιστής
γραμματιστική
γραμματοδιδάσκαλος
γραμματοειδής
γραμματόεις
γραμματοεισαγωγεύς
γραμματόκος
γραμματοκύφων
γραμματολικριφίς
γραμματοπίναξ
γραμματοφορέω
γραμματοφόρος
γραμματοφυλάκιον
γραμματοφύλαξ
γραμμή
View word page
γραμματόεις
inscribed
ShortDef
inscribed
Debugging
Headword:
γραμματόεις
Headword (normalized):
γραμματόεις
Headword (normalized/stripped):
γραμματοεις
IDX:
19385
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19386
Key:
Data
{'content': 'inscribed'}