Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Γοργυθίων
γόργυρα
Γοργώ
γοργωπός
Γορδίας
Γόρδιον
Γόριλλαι
Γόρτυν
Γορτύνιος
Γόρτυς
γορφία
γοῦν
γουνάζομαι
γούνασμα
γουνασμός
Γουνεύς
γουνόομαι
γουνοπαγής
γουνοπαχής
γουνός
γούντη
View word page
γορφία
stocks from which olive-trees are struck

ShortDef

stocks from which olive-trees are struck

Debugging

Headword:
γορφία
Headword (normalized):
γορφία
Headword (normalized/stripped):
γορφια
IDX:
19338
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19339
Key:

Data

{'content': 'stocks from which olive-trees are struck'}