Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γονυπετής
γονυπλήξ
γόος
Γοργάς
Γόργειος
γοργεύω
γοργία
Γοργιάζω
Γοργίας
Γοργίειος
Γοργολόφας
Γοργονεία
Γοργόνειος
Γοργονώδης
Γοργόνωτος
γοργόομαι
γοργός
γοργότης
Γοργοτομία
Γοργοφόνος
Γοργυθίων
View word page
Γοργολόφας
he of the Gorgon-crest

ShortDef

he of the Gorgon-crest

Debugging

Headword:
Γοργολόφας
Headword (normalized):
γοργολόφας
Headword (normalized/stripped):
γοργολοφας
IDX:
19318
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19319
Key:

Data

{'content': 'he of the Gorgon-crest'}