Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γονιμότης
γονιμώδης
γονοειδής
γονόεις
Γονόεσσα
γονοκτονέω
γονοκτονία
γονοποιέω
γονοποιΐα
γονοπώτης
γονόρροια
γονορροϊκός
γονορρυέω
γόνος
γονοτύλη
γόνυ
γονυαλγής
γονυκαμψεπίκυρτος
γονυκαυσαγρύπνα
γονυκλινέω
γονυκλινής
View word page
γονόρροια
spermatorrhoea

ShortDef

spermatorrhoea

Debugging

Headword:
γονόρροια
Headword (normalized):
γονόρροια
Headword (normalized/stripped):
γονορροια
IDX:
19295
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19296
Key:

Data

{'content': 'spermatorrhoea'}