Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γογγύζω
γογγυλάτης
γογγύλη
γογγυλίς
γογγύλλω
γογγυλοειδής
γογγυλόρυγχος
Γογγύλος
γογγύλος
γογγυλόσκηνος
γογγυλοσπάραγον
γογγυλώδης
γογγυλωπός
γογγυλωτόν
γογγυσμός
γογγυστής
γογγυστικός
γοερός
γόης
γοητεία
γοήτευμα
View word page
γογγυλοσπάραγον
turnip-tops

ShortDef

turnip-tops

Debugging

Headword:
γογγυλοσπάραγον
Headword (normalized):
γογγυλοσπάραγον
Headword (normalized/stripped):
γογγυλοσπαραγον
IDX:
19231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19232
Key:

Data

{'content': 'turnip-tops'}