Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γνωμοφλυακέω
γνώμων
γνωρίζω
γνώριμος
γνωριμότης
γνώρισις
γνώρισμα
γνωρισμός
γνωριστέον
γνωριστής
γνωριστικός
γνωσιγραφία
γνωσιδίκα
γνωσιμαχέω
γνωσιμαχία
γνῶσις
γνῶσμα
γνωστεία
γνωστέον
γνωστεύω
γνωστήρ
View word page
γνωριστικός
capable of apprehending, cognitive

ShortDef

capable of apprehending, cognitive

Debugging

Headword:
γνωριστικός
Headword (normalized):
γνωριστικός
Headword (normalized/stripped):
γνωριστικος
IDX:
19194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19195
Key:

Data

{'content': 'capable of apprehending, cognitive'}