Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γλωσσοπωγώνιον
γλωσσός
γλωσσοτέχνης
γλωσσότμητος
γλωσσοτομέω
γλωσσοχαριτέω
γλωσσώδης
γλωττίζω
γλωττικός
γλωττίς
γλωττισμός
γλωττοδεψέω
γλωττοειδής
γλωττοποιέω
γλωττοστροφέω
γλωχίν
γλωχινωτός
γλωχίς
γναθμός
γνάθος
γναθόω
View word page
γλωττισμός
lascivious kiss

ShortDef

lascivious kiss

Debugging

Headword:
γλωττισμός
Headword (normalized):
γλωττισμός
Headword (normalized/stripped):
γλωττισμος
IDX:
19127
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19128
Key:

Data

{'content': 'lascivious kiss'}