Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γλώξ
γλῶσσα
γλωσσαλγία
γλώσσαλγος
γλωσσάομαι
γλωσσαργέω
γλωσσάριον
γλώσσασπις
γλώσσημα
γλωσσηματικός
γλωσσίδος
γλωσσογάστωρ
γλωσσογράφος
γλωσσοκάτοχον
γλωσσοκηλόκομπος
γλωσσοκομεῖον
γλωσσόκομον
γλωσσόκομος
γλωσσοποιΐα
γλωσσοπωγώνιον
γλωσσός
View word page
γλωσσίδος
inflammation of the tongue
ShortDef
inflammation of the tongue
Debugging
Headword:
γλωσσίδος
Headword (normalized):
γλωσσίδος
Headword (normalized/stripped):
γλωσσιδος
IDX:
19108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19109
Key:
Data
{'content': 'inflammation of the tongue'}