Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γλυκάδιον
γλυκάζω
γλυκαίνω
γλύκανσις
γλυκαντικός
γλύκασμα
γλυκασμός
γλυκέλαιον
γλυκεροστάφυλος
γλυκερόχρως
γλυκίζω
γλυκίνας
γλύκιος
γλυκισμός
γλυκύδακρυς
γλυκυδερκής
γλυκυδρόμος
γλυκύδωρος
γλυκυηχής
γλυκυθυμέω
γλυκυθυμία
View word page
γλυκίζω
treat with sweetmeats

ShortDef

treat with sweetmeats

Debugging

Headword:
γλυκίζω
Headword (normalized):
γλυκίζω
Headword (normalized/stripped):
γλυκιζω
IDX:
19040
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19041
Key:

Data

{'content': 'treat with sweetmeats'}