Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γλοιώδης
γλουρός
γλούτια
γλουτός
γλυκάδιον
γλυκάζω
γλυκαίνω
γλύκανσις
γλυκαντικός
γλύκασμα
γλυκασμός
γλυκέλαιον
γλυκεροστάφυλος
γλυκερόχρως
γλυκίζω
γλυκίνας
γλύκιος
γλυκισμός
γλυκύδακρυς
γλυκυδερκής
γλυκυδρόμος
View word page
γλυκασμός
sweetness

ShortDef

sweetness

Debugging

Headword:
γλυκασμός
Headword (normalized):
γλυκασμός
Headword (normalized/stripped):
γλυκασμος
IDX:
19036
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19037
Key:

Data

{'content': 'sweetness'}