Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γληχωνίτης
γλία
γλῖνος
Γλισᾶς
γλισχραίνομαι
γλισχραντιλογεξεπίτριπτος
γλίσχρασμα
γλισχρεύομαι
γλισχρία
γλισχρολογέομαι
γλισχρολογία
γλίσχρος
γλισχρότης
γλισχρόχολος
γλισχρώδης
γλίσχρων
γλίχομαι
γλοία
γλοιάζω
γλοιάς
γλοιόομαι
View word page
γλισχρολογία
straw-splitting

ShortDef

straw-splitting

Debugging

Headword:
γλισχρολογία
Headword (normalized):
γλισχρολογία
Headword (normalized/stripped):
γλισχρολογια
IDX:
19013
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-19014
Key:

Data

{'content': 'straw-splitting'}