Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γλαυκοχαίτης
γλαυκόχροος
γλαυκόχρως
γλαυκόω
Γλαυκώ
γλαυκώδης
γλαυκώλενος
γλαύκωμα
Γλαύκων
Γλαυκώπιον
γλαυκῶπις
γλαύκωσις
γλαυκώψ
γλαυνός
γλαύξ
γλαύσσω
γλάφυ
Γλαφύρα
Γλαφύραι
γλαφυρία
γλαφυρός
View word page
γλαυκῶπις
with gleaming eyes, brighteyed

ShortDef

with gleaming eyes, brighteyed

Debugging

Headword:
γλαυκῶπις
Headword (normalized):
γλαυκῶπις
Headword (normalized/stripped):
γλαυκωπις
IDX:
18983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18984
Key:

Data

{'content': 'with gleaming eyes, brighteyed'}