Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Γλαυκονόμη
γλαῦκος
Γλαῦκος
γλαυκός
γλαυκότης
γλαυκοχαίτης
γλαυκόχροος
γλαυκόχρως
γλαυκόω
Γλαυκώ
γλαυκώδης
γλαυκώλενος
γλαύκωμα
Γλαύκων
Γλαυκώπιον
γλαυκῶπις
γλαύκωσις
γλαυκώψ
γλαυνός
γλαύξ
γλαύσσω
View word page
γλαυκώδης
of the owl kind
ShortDef
of the owl kind
Debugging
Headword:
γλαυκώδης
Headword (normalized):
γλαυκώδης
Headword (normalized/stripped):
γλαυκωδης
IDX:
18978
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18979
Key:
Data
{'content': 'of the owl kind'}