Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γλαυκισμός
γλαυκοειδής
γλαυκόμματος
Γλαυκονόμη
γλαῦκος
Γλαῦκος
γλαυκός
γλαυκότης
γλαυκοχαίτης
γλαυκόχροος
γλαυκόχρως
γλαυκόω
Γλαυκώ
γλαυκώδης
γλαυκώλενος
γλαύκωμα
Γλαύκων
Γλαυκώπιον
γλαυκῶπις
γλαύκωσις
γλαυκώψ
View word page
γλαυκόχρως
grey-coloured

ShortDef

grey-coloured

Debugging

Headword:
γλαυκόχρως
Headword (normalized):
γλαυκόχρως
Headword (normalized/stripped):
γλαυκοχρως
IDX:
18975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18976
Key:

Data

{'content': 'grey-coloured'}