Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γλαυκίζω
γλαύκινος
γλαύκιον
γλαυκίσκος
γλαυκισμός
γλαυκοειδής
γλαυκόμματος
Γλαυκονόμη
γλαῦκος
Γλαῦκος
γλαυκός
γλαυκότης
γλαυκοχαίτης
γλαυκόχροος
γλαυκόχρως
γλαυκόω
Γλαυκώ
γλαυκώδης
γλαυκώλενος
γλαύκωμα
Γλαύκων
View word page
γλαυκός
gleaming, silvery

ShortDef

gleaming, silvery

Debugging

Headword:
γλαυκός
Headword (normalized):
γλαυκός
Headword (normalized/stripped):
γλαυκος
IDX:
18971
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18972
Key:

Data

{'content': 'gleaming, silvery'}