Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γλαμυρός
γλάμων
γλάνις
γλάνος
γλαρίς
Γλαύκη
γλαυκηπόρος
Γλαυκίας
γλαυκιάω
γλαυκίδανον
γλαυκίζω
γλαύκινος
γλαύκιον
γλαυκίσκος
γλαυκισμός
γλαυκοειδής
γλαυκόμματος
Γλαυκονόμη
γλαῦκος
Γλαῦκος
γλαυκός
View word page
γλαυκίζω
to be bluish-grey
ShortDef
to be bluish-grey
Debugging
Headword:
γλαυκίζω
Headword (normalized):
γλαυκίζω
Headword (normalized/stripped):
γλαυκιζω
IDX:
18961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18962
Key:
Data
{'content': 'to be bluish-grey'}