Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

αἰγίνομος
αἰγινόμος
αἴγινος2
Αἴγιον
αἰγίοχος
Αἰγίπαν
Αἰγίπλαγκτος
αἰγιπόδης
Αἰγιπόδης
αἰγίπους
αἰγίπυρος
αἰγίς
Αἴγισθος
αἴγλα
αἰγλάζω
αἴγλη
αἰγλήεις
αἰγλήτης
αἰγλοφανής
αἰγοβόλος
αἰγοβοσκός
View word page
αἰγίπυρος
a plant

ShortDef

a plant

Debugging

Headword:
αἰγίπυρος
Headword (normalized):
αἰγίπυρος
Headword (normalized/stripped):
αιγιπυρος
IDX:
1892
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-1893
Key:

Data

{'content': 'a plant'}