Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γιγαρτώδης
γιγαρτώνιον
Γίγας
γιγγίδιον
γιγγίς
γίγγλαρος
γιγγλισμός
γιγγλυμοειδής
γιγγλυμόομαι
γίγγλυμος
γιγγλυμωτός
γιγγράϊνος
γιγγραντός
γίγγρας
γιγγρασμός
γίγνομαι
γιγνώσκω
γιζί
γιλός
γίννος
γινώσκω
View word page
γιγγλυμωτός
hinged
ShortDef
hinged
Debugging
Headword:
γιγγλυμωτός
Headword (normalized):
γιγγλυμωτός
Headword (normalized/stripped):
γιγγλυμωτος
IDX:
18927
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18928
Key:
Data
{'content': 'hinged'}