Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Γιγαντόραιστος
Γιγαντοφόνος
Γιγαντώδης
γίγαρτον
γιγαρτώδης
γιγαρτώνιον
Γίγας
γιγγίδιον
γιγγίς
γίγγλαρος
γιγγλισμός
γιγγλυμοειδής
γιγγλυμόομαι
γίγγλυμος
γιγγλυμωτός
γιγγράϊνος
γιγγραντός
γίγγρας
γιγγρασμός
γίγνομαι
γιγνώσκω
View word page
γιγγλισμός
tickling
ShortDef
tickling
Debugging
Headword:
γιγγλισμός
Headword (normalized):
γιγγλισμός
Headword (normalized/stripped):
γιγγλισμος
IDX:
18923
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18924
Key:
Data
{'content': 'tickling'}