Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Γίγαντες
Γιγαντολέτης
Γιγαντομαχία
Γιγαντόραιστος
Γιγαντοφόνος
Γιγαντώδης
γίγαρτον
γιγαρτώδης
γιγαρτώνιον
Γίγας
γιγγίδιον
γιγγίς
γίγγλαρος
γιγγλισμός
γιγγλυμοειδής
γιγγλυμόομαι
γίγγλυμος
γιγγλυμωτός
γιγγράϊνος
γιγγραντός
γίγγρας
View word page
γιγγίδιον
a plant, Daucus Gingidium

ShortDef

a plant, Daucus Gingidium

Debugging

Headword:
γιγγίδιον
Headword (normalized):
γιγγίδιον
Headword (normalized/stripped):
γιγγιδιον
IDX:
18920
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18921
Key:

Data

{'content': 'a plant, Daucus Gingidium'}