Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γήτειον
γητικά
γητομέω
γηφαγέω
γηφάγος
γήχυτον
Γιγάντειος
Γίγαντες
Γιγαντολέτης
Γιγαντομαχία
Γιγαντόραιστος
Γιγαντοφόνος
Γιγαντώδης
γίγαρτον
γιγαρτώδης
γιγαρτώνιον
Γίγας
γιγγίδιον
γιγγίς
γίγγλαρος
γιγγλισμός
View word page
Γιγαντόραιστος
giant-quelling

ShortDef

giant-quelling

Debugging

Headword:
Γιγαντόραιστος
Headword (normalized):
γιγαντόραιστος
Headword (normalized/stripped):
γιγαντοραιστος
IDX:
18913
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18914
Key:

Data

{'content': 'giant-quelling'}