Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γεώργημα
γεωργήσιμος
γεωργητέον
γεωργία
γεωργικός
γεώργιον
γεωργός
γεωργώδης
γεωρυχέω
γεωρυχία
γεωρύχος
γεωτομία
γεωτόμος
γεωτραγία
γεωφανής
γεωχαρής
γῆ
γηγενέτης
γηγενής
γηγῆλιξ
γήδιον
View word page
γεωρύχος
throwing up the earth

ShortDef

throwing up the earth

Debugging

Headword:
γεωρύχος
Headword (normalized):
γεωρύχος
Headword (normalized/stripped):
γεωρυχος
IDX:
18851
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18852
Key:

Data

{'content': 'throwing up the earth'}