Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γεωπονικός
γεωπόνος
γεωργέω
γεώργημα
γεωργήσιμος
γεωργητέον
γεωργία
γεωργικός
γεώργιον
γεωργός
γεωργώδης
γεωρυχέω
γεωρυχία
γεωρύχος
γεωτομία
γεωτόμος
γεωτραγία
γεωφανής
γεωχαρής
γῆ
γηγενέτης
View word page
γεωργώδης
agricultural

ShortDef

agricultural

Debugging

Headword:
γεωργώδης
Headword (normalized):
γεωργώδης
Headword (normalized/stripped):
γεωργωδης
IDX:
18848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18849
Key:

Data

{'content': 'agricultural'}