Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γεωμορέω
γεωμορία
γεωμορικός
γεωμόρος
γεώνιον
γεωνόμος
γεώπεδον
γεωπείνης
γεωπονέω
γεωπονία
γεωπονικός
γεωπόνος
γεωργέω
γεώργημα
γεωργήσιμος
γεωργητέον
γεωργία
γεωργικός
γεώργιον
γεωργός
γεωργώδης
View word page
γεωπονικός
of or for agriculture

ShortDef

of or for agriculture

Debugging

Headword:
γεωπονικός
Headword (normalized):
γεωπονικός
Headword (normalized/stripped):
γεωπονικος
IDX:
18838
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18839
Key:

Data

{'content': 'of or for agriculture'}