Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γεωγράφος
γεωδαισία
γεωδαίστης
γεωδαιτέομαι
γεώδης
γεωλοφία
γεώλοφος
γεωμαντεία
γεωμετρέω
γεωμέτρης
γεωμέτρητος
γεωμετρία
γεωμετρικός
γεωμιγής
γεωμορέω
γεωμορία
γεωμορικός
γεωμόρος
γεώνιον
γεωνόμος
γεώπεδον
View word page
γεωμέτρητος
geometrical
ShortDef
geometrical
Debugging
Headword:
γεωμέτρητος
Headword (normalized):
γεωμέτρητος
Headword (normalized/stripped):
γεωμετρητος
IDX:
18824
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18825
Key:
Data
{'content': 'geometrical'}