Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γεφύρωμα
γεφύρωσις
γεφυρωτής
γεωγραφέω
γεωγραφία
γεωγραφικός
γεωγράφος
γεωδαισία
γεωδαίστης
γεωδαιτέομαι
γεώδης
γεωλοφία
γεώλοφος
γεωμαντεία
γεωμετρέω
γεωμέτρης
γεωμέτρητος
γεωμετρία
γεωμετρικός
γεωμιγής
γεωμορέω
View word page
γεώδης
earth-like, earthy

ShortDef

earth-like, earthy

Debugging

Headword:
γεώδης
Headword (normalized):
γεώδης
Headword (normalized/stripped):
γεωδης
IDX:
18818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18819
Key:

Data

{'content': 'earth-like, earthy'}