Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γερουσία
γερουσιακός
γερουσιάρχης
γερουσίας
γερουσιαστής
γερούσιος
γερράδια
γέρρον
γερροφόροι
γερροφύλαξ
γερροχελώνη
γέρσυμον
γέρων
Γέτας
Γέτης
γεῦμα
γεύομαι
γεῦος
γεῦσις
γευστέον
γευστήριον
View word page
γερροχελώνη
penthouse, mantlet

ShortDef

penthouse, mantlet

Debugging

Headword:
γερροχελώνη
Headword (normalized):
γερροχελώνη
Headword (normalized/stripped):
γερροχελωνη
IDX:
18783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18784
Key:

Data

{'content': 'penthouse, mantlet'}