Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γένεθλον
γενειάς
γενείασις
γενειάσκω
γενειαστήρ
γενειάτης
γενειάω
γένειον
γενειοσυλλεκτάδαι
γενεσιάρχης
γενέσιος
γενεσιουργέω
γενεσιουργία
γενεσιουργός
γένεσις
γενέτειρα
γενετή
γενετήρ
γενέτης
γενετήσιος
γενετικός
View word page
γενέσιος
a day kept in memory of the dead

ShortDef

a day kept in memory of the dead

Debugging

Headword:
γενέσιος
Headword (normalized):
γενέσιος
Headword (normalized/stripped):
γενεσιος
IDX:
18679
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18680
Key:

Data

{'content': 'a day kept in memory of the dead'}