Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γελοιαστικός
γελοίιος
γελοιομελέω
γέλοιος
γελοιότης
γελοωμιλία
Γέλων
Γελῷος
γέλως
γελωτοποιέω
γελωτοποιία
γελωτοποιΐα
γελωτοποιϊκῶς
γελωτοποιός
γελωτοφυή
γεμίζω
γεμιστός
γέμος
γέμω
γεναρχέω
γενάρχης
View word page
γελωτοποιία
buffoonery

ShortDef

buffoonery

Debugging

Headword:
γελωτοποιία
Headword (normalized):
γελωτοποιία
Headword (normalized/stripped):
γελωτοποιια
IDX:
18640
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18641
Key:

Data

{'content': 'buffoonery'}