Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
γελοιάζω
γελοιασμός
γελοιαστής
γελοιαστικός
γελοίιος
γελοιομελέω
γέλοιος
γελοιότης
γελοωμιλία
Γέλων
Γελῷος
γέλως
γελωτοποιέω
γελωτοποιία
γελωτοποιΐα
γελωτοποιϊκῶς
γελωτοποιός
γελωτοφυή
γεμίζω
γεμιστός
γέμος
View word page
Γελῷος
of Gela
ShortDef
of Gela
Debugging
Headword:
Γελῷος
Headword (normalized):
γελῷος
Headword (normalized/stripped):
γελωος
IDX:
18637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18638
Key:
Data
{'content': 'of Gela'}