Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γαστρισμός
γαστροβαρής
γαστροειδής
γαστροκνήμη
γαστρολογία
γαστρομαντεύομαι
γαστροπίων
γαστρόπτης
γαστρορραφία
γαστρόρροια
γαστροτόμος
γαστροφορέω
γαστροφόρος
γαστροχάρυβδις
γαστρόχειρ
γαστρώδης
γάστρων
γατόμος
γαυλικός
γαυλός
γαῦλος
View word page
γαστροτόμος
opening bellies

ShortDef

opening bellies

Debugging

Headword:
γαστροτόμος
Headword (normalized):
γαστροτόμος
Headword (normalized/stripped):
γαστροτομος
IDX:
18545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18546
Key:

Data

{'content': 'opening bellies'}