Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γάστρις
γαστρισμός
γαστροβαρής
γαστροειδής
γαστροκνήμη
γαστρολογία
γαστρομαντεύομαι
γαστροπίων
γαστρόπτης
γαστρορραφία
γαστρόρροια
γαστροτόμος
γαστροφορέω
γαστροφόρος
γαστροχάρυβδις
γαστρόχειρ
γαστρώδης
γάστρων
γατόμος
γαυλικός
γαυλός
View word page
γαστρόρροια
diarrhoca

ShortDef

diarrhoca

Debugging

Headword:
γαστρόρροια
Headword (normalized):
γαστρόρροια
Headword (normalized/stripped):
γαστρορροια
IDX:
18544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18545
Key:

Data

{'content': 'diarrhoca'}