Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γαστρίδιον
γαστρίδουλος
γαστρίζω
γαστριμαργέω
γαστριμαργία
γαστρίμαργος
γαστρίον
γάστρις
γαστρισμός
γαστροβαρής
γαστροειδής
γαστροκνήμη
γαστρολογία
γαστρομαντεύομαι
γαστροπίων
γαστρόπτης
γαστρορραφία
γαστρόρροια
γαστροτόμος
γαστροφορέω
γαστροφόρος
View word page
γαστροειδής
paunchlike, round

ShortDef

paunchlike, round

Debugging

Headword:
γαστροειδής
Headword (normalized):
γαστροειδής
Headword (normalized/stripped):
γαστροειδης
IDX:
18537
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18538
Key:

Data

{'content': 'paunchlike, round'}