Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γαροπώλης
γάρος
γαρότας
γάρρα
γαρύω
γαστεροπλήξ
γαστερόχειρ
γαστήρ
γάστρα
γαστραία
γαστραφέτης
γάστρη
γαστρήσιος
γαστρίδιον
γαστρίδουλος
γαστρίζω
γαστριμαργέω
γαστριμαργία
γαστρίμαργος
γαστρίον
γάστρις
View word page
γαστραφέτης
stomach-bow

ShortDef

stomach-bow

Debugging

Headword:
γαστραφέτης
Headword (normalized):
γαστραφέτης
Headword (normalized/stripped):
γαστραφετης
IDX:
18524
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18525
Key:

Data

{'content': 'stomach-bow'}