Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γάργαρα
γαργαρεών
γαργαρίζω
γαργαρισμός
γαργαριστέον
Γάργαρον
Γαργηττός
γαρέλαιον
γαρηρόν
γαρῖνος
γαρίσκος
γαριτικός
γάρκα
γάρκον
γαροπώλης
γάρος
γαρότας
γάρρα
γαρύω
γαστεροπλήξ
γαστερόχειρ
View word page
γαρίσκος
fish

ShortDef

fish

Debugging

Headword:
γαρίσκος
Headword (normalized):
γαρίσκος
Headword (normalized/stripped):
γαρισκος
IDX:
18510
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18511
Key:

Data

{'content': 'fish'}