Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γανόω
γάνυμαι
Γανυμήδης
γανώδης
γάνωμα
γάνωσις
γανωτής
γανωτός
γαοδίκαι
γαπετής
γάποτος
γάπτωμα
γάρ
γαράριον
γαργαίρω
γαργαλίζω
γαργαλισμός
γάργαλος
γάργαρα
γαργαρεών
γαργαρίζω
View word page
γάποτος
to be drunk up by Earth

ShortDef

to be drunk up by Earth

Debugging

Headword:
γάποτος
Headword (normalized):
γάποτος
Headword (normalized/stripped):
γαποτος
IDX:
18492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18493
Key:

Data

{'content': 'to be drunk up by Earth'}