Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Γάλλος
γάλλος
γαλουργέω
γαλουχέω
γαλουχία
γαλοῦχος
γάλοως
γαλόως
γαμβρά
γαμβρεύω
γαμβροκτόνος
γαμβροποιέω
γαμβρός
γαμβροτιδεύς
γάμελα
γαμετή
γαμέτης
γαμέτις
γαμέω
γαμήγυρις
γαμήλιος
View word page
γαμβροκτόνος
bridegroom-slaying

ShortDef

bridegroom-slaying

Debugging

Headword:
γαμβροκτόνος
Headword (normalized):
γαμβροκτόνος
Headword (normalized/stripped):
γαμβροκτονος
IDX:
18441
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18442
Key:

Data

{'content': 'bridegroom-slaying'}