Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Γαληψός
γαλιάγκων
γαλιδεύς
Γαλιλαία
Γαλιλαῖος
γάλιον
γαλλάζω
γαλλαῖος
γαλλιάριος
γαλλικός
γαλλομανής
Γάλλος
γάλλος
γαλουργέω
γαλουχέω
γαλουχία
γαλοῦχος
γάλοως
γαλόως
γαμβρά
γαμβρεύω
View word page
γαλλομανής
frenzied like a Γάλλος

ShortDef

frenzied like a Γάλλος

Debugging

Headword:
γαλλομανής
Headword (normalized):
γαλλομανής
Headword (normalized/stripped):
γαλλομανης
IDX:
18430
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18431
Key:

Data

{'content': 'frenzied like a Γάλλος'}