Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γαλακτόομαι
γαλακτοπαγής
γαλακτοποιέω
γαλακτοποιητικός
γαλακτοποιΐα
γαλακτοποσία
γαλακτοποτέω
γαλακτοπότης
γαλακτοπώλης
γαλακτόρυτος
γαλακτοτροφέω
γαλακτοτρόφησις
γαλακτουργέω
γαλακτουργός
γαλακτουχέω
γαλακτοῦχος
γαλακτοφαγέω
γαλακτοφάγος
γαλακτοφορία
γαλακτοφόρος
γαλακτόχρως
View word page
γαλακτοτροφέω
nourish with milk

ShortDef

nourish with milk

Debugging

Headword:
γαλακτοτροφέω
Headword (normalized):
γαλακτοτροφέω
Headword (normalized/stripped):
γαλακτοτροφεω
IDX:
18381
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18382
Key:

Data

{'content': 'nourish with milk'}