Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γαλακτίζω
γαλάκτινος
γαλάκτιον
γαλακτισμός
γαλακτίτης
γαλακτοδόχος
γαλακτοειδής
γαλακτοκράς
γαλακτόομαι
γαλακτοπαγής
γαλακτοποιέω
γαλακτοποιητικός
γαλακτοποιΐα
γαλακτοποσία
γαλακτοποτέω
γαλακτοπότης
γαλακτοπώλης
γαλακτόρυτος
γαλακτοτροφέω
γαλακτοτρόφησις
γαλακτουργέω
View word page
γαλακτοποιέω
convert into sap

ShortDef

convert into sap

Debugging

Headword:
γαλακτοποιέω
Headword (normalized):
γαλακτοποιέω
Headword (normalized/stripped):
γαλακτοποιεω
IDX:
18373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18374
Key:

Data

{'content': 'convert into sap'}