Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

γάκα
γάλα
γάλαγγα
γαλαθηνός
γαλακοθρέμμων
γαλακτιάω
γαλακτίζω
γαλάκτινος
γαλάκτιον
γαλακτισμός
γαλακτίτης
γαλακτοδόχος
γαλακτοειδής
γαλακτοκράς
γαλακτόομαι
γαλακτοπαγής
γαλακτοποιέω
γαλακτοποιητικός
γαλακτοποιΐα
γαλακτοποσία
γαλακτοποτέω
View word page
γαλακτίτης
which makes water milky

ShortDef

which makes water milky

Debugging

Headword:
γαλακτίτης
Headword (normalized):
γαλακτίτης
Headword (normalized/stripped):
γαλακτιτης
IDX:
18367
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-18368
Key:

Data

{'content': 'which makes water milky'}